Το Χρηματιστήριο Αθηνών καταρρέει. Τι τρομάζει τους ξένους επενδυτές;

Η απόφαση της Κυβέρνησης να επισπεύσει κατά δύο μήνες τη διαδικασία για εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας ανεβάζει στα ύψη το πολιτικό θερμόμετρο, επανέφεροντας στο προσκήνιο το σενάριο των πρόωρων βουλευτικών εκλογών.
Την ίδια ώρα το Χρηματιστήριο παρουσιάζει πτώση ρεκόρ, που πλησιάζει τις 20 ποσοστιαίες μονάδες. Οι ξένοι κυρίως επενδυτές προχωρούν σε μαζικές πωλήσεις μετοχών και οι τραπεζικές μετοχές να καταγράφουν ελεύθερη πτώση.

“Μετά την ανακοίνωση για την επίσπευση της προεδρικής εκλογής ακολούθησε η χειρότερη εβδομάδα του Γενικού Δείκτη τιμών του Χρηματιστηρίου Αθηνών στα τελευταία 27 χρόνια, απώλειες που ξεπερνούν το 19% και αφήνουν πίσω τους άλλα μεγάλα κραχ όπως αυτό στον απόηχο της πτώχευσης της Lehman Brothers το 2008, του τρομοκρατικού χτυπήματος στους δίδυμους πύργους στη Νέα Υόρκη το 2001 και της πτώχευσης της Ρωσίας το 1998” επισημαίνει ο Πάνος Παναγιώτου, διευθυντής της Ελληνικής Κοινότητας Τεχνικών Αναλυτών στη Μεγάλη Βρετανία και του analitis.gr.
“Η Ελλάδα βαθμολογείται από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης με πολύ χαμηλή βαθμολογία, που την κατατάσσει στις χώρες υψηλού ρίσκου. Αυτό αποτελεί από μόνο του έναν ανασταλτικό παράγοντα για την ευρεία προσέλκυση διεθνών επενδυτών στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Όταν επιπλέον αυτού του αναγνωρισμένου ρίσκου που συνδέεται με τα γνωστά προβλήματα της χώρας,  προστεθεί  και ένα νέο, προερχόμενο είτε από το εσωτερικό είτε από το εξωτερικό, πολλοί από τους ξένους επενδυτές πωλούν τις μετοχικές θέσεις τους  στην προσπάθεια τους να προστατευτούν”, εξηγεί.

Τι τρομάζει περισσότερο τους επενδυτές;

“H αβεβαιότητα. Οι αγορές απεχθάνονται την αβεβαιότητα, η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην κορύφωσή της” μας λέει ο Μάνος Χατζηδάκης, επικεφαλής του Τμήματος Ανάλυσης της Beta Securities και προσθέτει:
“Μία ενδεχόμενη αλλαγή κυβέρνησης, είτε είναι αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είτε συνασπισμού κομμάτων, θα σημάνει ένα διαφορετικο μίγμα πολιτικής, η οποία δεν γωρίζουμε πώς θα εκφραστείσε σχέση με τους δανειστές μας. Πώς θα επηρεάσει τη διαπραγμάτευση για το χρέος. Είναι μια αλλαγή που ακουμπά το σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Γι αυτό επηρεάζεται πάρα πολύ το χρηματιστήριο και η αγορά ομολόγων, η οποία σπεύδει να προεξοφλήσει το πλέον αρνητικό σενάριο.
Έτσι λειτουργούν οι αγορές. Σε ένα πλήθος σεναρίων πάντα αποτιμούν τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη.
Μετά αρχίζουν και επαναξιολογούν τη στάση τους ανάλογα με τις νεότερες εξελίξεις”.
Από πλευράς του ο Πάνος Παναγιώτου, θεωρεί πως: “οι επενδυτές φοβούνται το ενεργό και ολοένα ενισχυόμενο ηφαίστειο αντίδρασης στη λιτότητα εντός της Ευρώπης και τις οικονομικοπολιτικές αναταράξεις που εγκυμονεί.
“Από την Ελλάδα μέχρι την Ισπανία και από την Ιταλία και την Ιρλανδία μέχρι τη Γαλλία, οι πολίτες παρέχουν όλο και περισσότερη στήριξη στα πολιτικά κόμματα που εναντιώνονται στην ακραία πολιτική λιτότητας που επιβάλλει από το 2010 η Γερμανία και αποσύρουν τη στήριξη τους από τα λεγόμενα, συστημικά, κόμματα που την υιοθετούν και την εφαρμόζουν” εξηγεί και προσθέτει:
“Δεδομένου ότι η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση θεωρήθηκε από πολλούς πως ξεκίνησε στην Ελλάδα και μεταδόθηκε αλλού, οι εξελίξεις στη χώρα αντιμετωπίζονται ως πρόδρομος  μίας ευρωπαϊκής πολιτικής κρίσης που υποβόσκει, ήδη, στην ευρωζώνη και η οποία μπορεί να κλιμακωθεί αν η αβεβαιότητα σχετικά με την  Ελλάδα αυξηθεί θεαματικά.
Με απλά λόγια οι αγορές δε βλέπουν τις εξελίξεις στην Ελλάδα ως το τέλος αλλά ως την αρχή μίας περιόδου εσωτερικών συγκρούσεων και αυξημένης πολιτικής αστάθειας στην ευρωζώνη, κατά την οποία η σύγκρουση της Γερμανίας με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αλλά και μία σειρά κρατών φαίνεται αναπόφευκτη και το αποτέλεσμα της προς το παρόν παραμένει άγνωστο.
Όσον αφορά ειδικά στην Ελλάδα, το πρόβλημα παραμένει ότι οι αγορές και οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης, εύλογα, αμφιβάλλουν πως το οικονομικό της πρόγραμμα και το χρέος της μπορούν να καταστούν βιώσιμα μέσω της παγίωσης και διαιώνισης της πολιτικής σκληρής λιτότητας αλλά και δεν πείθονται πως η αξιωματική αντιπολίτευση έχει τη λύση.
Επομένως θέτουν, σαφώς, θέμα έλλειψης βιώσιμης οικονομικής λύσης”.

Καλλιεργείται κλίμα τρομοκρατίας ή είναι απλώς φυσιολογική η αντίδραση των αγορών;

“Δεν νομίζω ότι μπορεί να παρέμβει κανείς και να δημιουργήσει στις αγορές ψεύτικες ανησυχίες ή ιδεοληψίες. Ακριβώς επειδή η αγορά έχει ένα πολύ μεγάλο εύρος” απαντά ο Μάνος Χατζηδάκης και εξηγεί:
“Μπορεί εδώ στην Ελλάδα να έχουμε τον θόρυβο κάποιων ΜΜΕ, αυτό όμως στο εξωτερικό δεν μεταφέρεται ακριβώς έτσι. Οι επενδυτές του εξωτερικού λειτουργούν με διαφορετικό τρόπο, έχοντας στο μυαλό τους τι μπορεί να πάει στραβά. Ανάλογα με το τι μπορεί να πάει στραβά αυξομειώνουν και το ρίσκο που έχουν στην ελληνική αγορά. Άρα θα έλεγα ότι η Αγορά μάλλον δίκαια κινείται. Ακόμα και οι υπερβολές μπορούμε να πούμε ότι είναι αποτέλεσμα ίσως των αντίρροπων ειδήσεων που υπάρχουν στο προσκήνιο.
Ο Πάνος Παναγιώτου υπενθυμίζει πως “η Ελλάδα μπήκε στο στόχαστρο των αγορών από τα τέλη του 2009 και έκτοτε βρίσκεται υπό συνεχή παρακολούθηση σε ζωντανό χρόνο” και εξηγεί ότι “αυτό έχει κάνει τις Αγορές πολύ πιο ευαίσθητες σε οποιαδήποτε εξέλιξη μπορεί να επηρεάσει την πορεία της αλλά και πολύ πιο νευρικές μπροστά σε κάθε οικονομικοπολιτική αναστάτωση.
Έτσι, αν και η καταστροφολογία συχνά αφορά σε μικροπολιτικούς σκοπούς μπορεί να ερμηνευθεί αρνητικά και να επηρεάσει τις αγορές πληγώνοντας, τελικά, όντως, τη χώρα”.

Στο πλαίσιο αυτό, είναι εφικτή η απεμπλοκή από την πολιτική λιτότητας;

Ο κ. Παναγιώτου θεωρεί πάντως ότι “η ευρωπαϊκή οικονομική και η διεθνής γεωπολιτική συγκυρία φαίνονται σήμερα πιο ευνοϊκές για την υιοθέτηση μίας πολιτικής τόνωσης της ανάπτυξης στην ευρωζώνη από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και αυτό θα επηρεάσει θετικά την Ελλάδα στο βαθμό που θα μπορέσει να το εκμεταλλευτεί”.
“Η Ελλάδα χρειάζεται ένα λιγότερο εξαρτημένο από τη λιτότητα οικονομικό σχεδιασμό και αυτό συνεπάγεται την ανάγκη για μία πιο επιτυχημένη οικονομική διπλωματική πολιτική απέναντι στους εταίρους της και μία πιο αποφασιστική νομισματική πολιτική από την ΕΚΤ, με το δεύτερο να βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, παρά τις διαρκείς αντιδράσεις  της Γερμανίας, η οποία εμφανίζεται περισσότερο περιθωριοποιημένη στην ΕΕ απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή.
Εν τούτοις, κάθε προσπάθεια απεμπλοκής από μία ακραία πολιτική λιτότητας θα πρέπει να γίνει με την ενεργοποίηση και την εξάντληση της πολιτικής ευφυΐας και της οικονομικής διπλωματίας της χώρας, με σεβασμό στους εταίρους και στους ευρωπαϊκούς θεσμούς αλλά και με την αναγνώριση και την αξιοποίηση των σοβαρών διαπραγματευτικών χαρτιών που διαθέτει η χώρα”, καταλήγει ο κ. Παναγιώτου.

news247