Γιώργος Τόκας: ο γαμπρός με το… κράνος! Από μια αφήγηση του κ. Νίκου Πιστικού στην Καστοριανή Εστία

  Ένας από τους χαρακτηριστικούς τύπους της προπολεμικής Καστοριάς ήταν ο Γιώργος ο Τόκας.
Ευρεσιτέχνης, εφευρέτης αλλά και δεινός πότης, έγινε διάσημος σ΄ όλη  την κοινωνία από την έμπνευση που είχε να εμφανισθεί
γαμπρός στην εκκλησία, με … κράνος μοτοσυκλετιστή!

  Όλοι έμειναν άφωνοι μόλις τον είδαν μ΄ αυτή την εμφάνιση, αλλά ο Γιώργος απτόητος είχε έτοιμη την δικαιολογία:
– Για να μη με γεμίσουν “καρούμπαλα” στο κεφάλι, από τα κουφέτα που θα ρίχνουν οι καλεσμένοι!

  Αργότερα έγινε γνωστό ότι η νύφη ήταν από το Αμύνταιο και έδωσε προίκα στον Γιώργο αρκετά αμπέλια, από τα οποία εξασφάλισε το κρασί της χρονιάς που ήταν μια από τις αδυναμίες του…
Η άλλη ήταν τα πειράματα και οι ευρεσιτεχνίες, που έβαζαν  συχνά σε κίνδυνο ακόμα και την σωματική του ακεραιότητα!
Ποιος δεν θυμάται από τους γείτονές του, όταν έμενε στο σπίτι του Δούκη και προσπάθησε να αντιγράψει τον Δαίδαλο και τον Ίκαρο, πηδώντας από το μπαλκόνι, με μια ομπρέλα στο χέρι σαν αλεξίπτωτο;

  Το αποτέλεσμα ήταν να “σκάσει” σαν … καρπούζι, στον διπλανό κήπο του Λάμπρου του Εκιντζόγλου, ευτυχώς με λίγες γρατσουνιές και κάτι μικροτραύματα!
  Αλλά την μεγάλη ζημιά την έπαθε από το πάθος του για την ταχύτητα, όταν μια μέρα έτρεχε σαν τρελός με το μοτοσακό, στον παραλίμνιο δρόμο και “καρφώθηκε” σ΄ ένα πλατάνι, που τον έστειλε για αρκετό καιρό στο νοσοκομείο!

   Αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να επανέλθει δριμύτερος και να συνεχίσει τα πειράματα μαζί με τον γείτονά του τον Βούρκα.
Οι δύο τους είχαν κατασκευάσει ένα… αμφίβιο ποδήλατο και μ΄ αυτό έκαναν βόλτες μέσα στη λίμνη! Φαίνεται όμως ότι κάτι πήγε στραβά και εγκατέλειψαν την προσπάθεια στη μέση…

Ο Γιώργος ο Τόκας ασχολήθηκε και με τις ευρεσιτεχνίες, κάποιες από τις οποίες είχε κατοχυρώσει στο υπουργείο Βιομηχανίας σαν δικές του “πατέντες”.
Μια από αυτές, ήταν τα αντιολισθητικά… τακούνια, για τα ανδρικά παπούτσια. Επειδή τότε έπεφτε πολύ χιόνι στην Καστοριά και τα παπούτσια των πεζών γλυστρούσαν στην παγωνιά, ο Γιώργος επινόησε τα τακούνια με καρφιά, για να γλιτώσει τον κόσμο από το πέσιμο και τα κατάγματα στα δύο άκρα.

  Όταν κατοχύρωσε την πρωτοτυπία του στο υπουργείο, άρχισε να ψάχνει χρηματοδότες για να ξεκινήσει την μαζική παραγωγή.
Φαίνεται όμως ότι δεν βρήκε ανταπόκριση, στους εύπορους συμπολιτες του και εγκατέλειψε την προσπάθεια στη μέση…

  Έτσι στράφηκε σε άλλη κατεύθυνση, για να εξασφαλίσει τα προς το ζην και να βγάζει το μεροκάματο.

  Ήταν τότε που κατασκεύασε ένα αυτοσχέδιο… βουλκανιζατέρ στον κήπο του πατρικού του σπιτιού, όπου επισκέυαζε το “φούιτ” στα λάστιχα των ποδηλάτων και των λιγοστών αυτοκινήτων που   κυκλοφορούσαν τότε.

  Μοναδικά σύνεργα ήταν ένα σίδηρο που το ζέσταινε στα κάρβουνα και μ΄ αυτό έκανε… αυτοσυγκόληση στις σαμπρέλες των τροχοφόρων.
Αλλά η μεγάλη “ατραξιόν” του Γιώργου, ήταν, όπως προείπαμε, η εικόνα του γαμπρού με το… κράνος στην εκκλησία!

  Αφού  πάντρεψε τις τρεις αδερφές του, που ήταν οι πρώτες “καπελούδες” στην Καστοριά, με κατάστημα στο Τσαρσί παρακαλώ, ο Γιώργος   έκρινε ότι ήρθε η στιγμή να αποκαταστήσει και τον εαυτό του…

  Γόνος οικογένειας Μακεδονομάχων, κληρονόμησε κλήρο χωραφιών, που δόθηκαν τιμής ένεκεν στον πατέρα του, ο οποίος έπαιρνε και μισθό αγροφύλακα, εξασφαλίζοντας στον Γιώργο μια σχετικά άνετη ζωή, για να επιδοθεί απερίσπαστος στο έργο του εφευρέτη…

Από τις τρεις αδερφές του η μεγάλη η Αφροδίτη παντρεύτηκε και έφυγε για την Αγγλία. Η Όλγα έφυγε στην Αλβανία και η τρίτη  η Ουρανία παντρεύτηκε ένα “κατσαούνη” από τα χωριά μας.

  Ο Γιώργος  παρά  τον “επεισοδιακό” γάμο δεν απέκτησε παιδιά και με τον θάνατό του έσβησε και το τελευταίο βιολογικό “αποτύπωμα” της οικογένειας Τόκα.
Υπάρχει ωστόσο κάπου εκεί στο Τσαρσί, μια οδός που φέρει το όνομά του Τόκα, για να θυμίζει την παρουσία του στην πόλη πριν μερικά χρόνια.
Με την διαφορά  ότι πρόκειται για άλλον Τόκα, σαν να ήθελε η ίδια η ζωή, να σκαρώσει την  τελευταία φάρσα, στον πρωταγωνιστή της ιστορίας μας…
  Εκείνος ο Τόκας είναι ένας από τους  μεγάλους δωρητές, ομογενής από την Αμερική, που έστειλε χρήματα για να αγοραστούν οι σωλήνες ύδρευσης, για το πρώτο δίκτυο που έγινε στην Καστοριά το 1933.

  Μέχρι τότε οι Καστοριανοί έπιναν νερό από την πεντακάθαρη λίμνη (!) και από τους “νερουλάδες” που το έφερναν με τα γαϊδουράκια από τις πηγές της Ντόμπλιτσας.
Και το 1935 όταν τέλειωσε το δίκτυο της ύδρευσης, ο Δήμος Καστοριάς έδωσε άδεια σε όσους ήθελαν να συνδεθούν με τον κεντρικό αγωγό αλλά μόνο για μία βρύση στην κουζίνα και στο μέλλον βλέπουμε για τα περαιτέρω…