Στη μέγγενη του πληθωρισμού τα φτωχότερα νοικοκυριά

People are shopping at a farmers market on March 27, 2020 in Athens, Greece is on the fifth day of a strict nationwide lockdown seeking to halt the spread of the COVID-19 infection caused by novel coronavirus, with excursions from the home limited to buying food, visiting the doctor, walking the dog or going for a solitary jog. / Λαϊκή αγορά στα Ιλίσια κατα την διάρκεια της πέμπτης ημέρας επιβολής απαγόρευσης κυκλοφορίας, με εξαίρεση την έξοδο αγορές τροφίμων, επίσκεψη σε γιατρό και φαρμακείο ή βόλτα κατοικίδιου και προσωπική άσκηση, Αθήνα, 27 Μαρτίου, 2020.

Η διαφορά στον πληθωρισμό μεταξύ πλουσίων και φτωχών έχει εκτοξευτεί – Πόσο αυξήθηκαν οι τιμές των τροφίμων μέσα σε ένα μήνα – «Καίνε» οι λογαριασμοί ηλεκτρικού και φυσικού αερίου

Ξανθή Γούναρη 

Με τον πληθωρισμό να χτυπάει ρεκόρ 25ετίας φθάνοντας τον Ιανουάριο στο 6,2%, για τους εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, τους περιστασιακά και μερικώς απασχολούμενους, τους χαμηλοσυνταξιούχους, τους ανέργους και εν γένει τα φτωχότερα τμήματα του πληθυσμού η ακρίβεια δεν είναι απλά μεγάλη, είναι τρομακτική.

Κι αυτό γιατί τα ευάλωτα νοικοκυριά επηρεάζονται από τη δυσμενή συγκυρία πολύ περισσότερο από τον υπόλοιπο πληθυσμό επειδή ξοδεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε αγαθά και υπηρεσίες πρώτης ανάγκης. Τα τρόφιμα και η ενέργεια είναι τέτοια αγαθά.

Καταδικασμένα στην ακρίβεια τα φτωχότερα νοικοκυριά

Με βάση τα στοιχεία της τελευταίας Έρευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,2% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 29,0%.

Μόνο οι αγορές ειδών διατροφής και μη οινοπνευματωδών ποτών αποτελούν το 35,9% των συνολικών μηνιαίων δαπανών για τα φτωχότερα νοικοκυριά, όταν για τα μη φτωχά νοικοκυριά το αντίστοιχο ποσοστό είναι 22,2%.

Όταν λοιπόν το κόστος της στέγασης, στο οποίο συμπεριλαμβάνεται και η ενέργεια, αυξήθηκε κατά 22,6% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2021, ενώ οι τιμές σε διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά αυξήθηκαν κατά 5,2% είναι σαφές πως οι ανατιμήσεις του «καλαθιού» των προϊόντων που καταναλώνουν τα φτωχότερα νοικοκυριά είναι αρκετά ταχύτερη από αυτή του «καλαθιού» των ειδών που καταναλώνουν τα πλουσιότερα νοικοκυριά. Την ώρα μάλιστα, που η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της Ε.Ε. όπου το σημερινό ύψος του κατώτατου μισθού εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο από το αντίστοιχο ύψος του 2012.

Τσουνάμι αυξήσεων

Μόνο μέσα σε ένα μήνα (σύγκριση δεικτών Ιανουαρίου 2022 με Δεκέμβριο 2021) με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το αλεύρι και τα άλλα δημητριακά ακρίβυναν 7,8%, τα νωπά λαχανικά 6,6%, οι χυμοί 5%, οι πατάτες 4,4%, το γιαούρτι 3,5%, τα γλυκά κουταλιού, οι μαρμελάδες και το μέλι 3,1%, τα ψάρια 2,4%, το φρέσκο γάλα και το χοιρινό 2,1% και τα τυριά 1,5%. Πολύ μεγαλύτερες το ίδιο διάστημα ήταν οι αυξήσεις στο ηλεκτρικό ρεύμα (+8,8%), στο φυσικό αέριο (+14,2%) και στο πετρέλαιο θέρμανσης (+5,2%).

Κατά τη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου, σύμφωνα με την πλατφόρμα e-καταναλωτής, η μέση τιμή λιανικής στις πατάτες έχει αυξηθεί σε ποσοστό 47%, στα μακαρόνια 23%, στο ελαιόλαδο πάνω από 10%, στο φρέσκο γάλα και στα τυροκομικά 8%, στα αλλαντικά 5% και στα απορρυπαντικά 4%.

Μείωση ζήτησης
Και το χειρότερο είναι πως δεν θα επέλθει σύντομα κάποιου είδους ισορροπία, με παράγοντες της αγοράς να αναφέρουν πως τα όποια δείγματα αποκλιμάκωσης του πληθωρισμού δεν πρόκειται να τα δούμε πριν τον Ιούλιο.

Σε αυτή την περίπτωση το πρόβλημα μεταφέρεται στην αγορά αλλά και στα δημόσια έσοδα. Ήδη η αγοραστική κίνηση ακόμη και στα σούπερ μάρκετ όπου οι δαπάνες θεωρούνται σε σημαντικό βαθμό ανελαστικές, κινείται πτωτικά, ενώ σημαντική μείωση καταγράφεται στο λιανεμπόριο (ένδυση, υπόδηση, είδη σπιτιού κ.λπ.) παρότι διανύουμε περίοδο εκπτώσεων.

Μπροστά στη λαίλαπα της ακρίβειας, το οικονομικό επιτελείο σχεδιάζει να δοθεί έκτακτο επίδομα στο ασθενέστερο τμήμα του πληθυσμού, ήτοι χαμηλοσυνταξιούχους, εργαζόμενους που λαμβάνουν τον κατώτατο μισθό και ανέργους.

Πηγή: ΟΤ