Πιο συγκεκριμένα, η μελανίνη, η σκοτεινή χρωστική που δίνει στον μύκητα Cladosporium sphaerospermum το χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα, θεωρείται ότι του επιτρέπει να απορροφά ραδιενέργεια και να τη μετατρέπει σε χημική ενέργεια. Αυτή η διαδικασία ονομάζεται «ραδιοσύνθεση» (radiosynthesis) και είναι παρόμοια με τη φωτοσύνθεση των φυτών, αλλά με «τροφή» την ακτινοβολία αντί για το φως.
Σύμφωνα με τελευταίες αναφορές, ο μύκητας εντοπίστηκε να αναπτύσσεται ενεργά στους τοίχους του κατεστραμμένου αντιδραστήρα, ακόμη και σε σημεία που θεωρούνταν ακατοίκητα λόγω της υψηλής ραδιενέργειας. Διαπιστώθηκε ότι τα στελέχη του μετατρέπουν τις ακτίνες γ, το πιο ισχυρό και επικίνδυνο είδος ακτινοβολίας από πυρηνικές εκρήξεις, σε χημική ενέργεια, ακριβώς όπως τα κανονικά φυτά μετατρέπουν το ηλιακό φως κατά τη φωτοσύνθεση.
Εργαστήρια καλλιέργησαν τον ίδιο μύκητα υπό ραδιενεργές συνθήκες και διαπίστωσαν ότι αναπτύχθηκε ταχύτερα απ’ ό,τι χωρίς ακτινοβολία, μια ένδειξη ότι ο μύκητας δεν «αντέχει» απλώς τη ραδιενέργεια, αλλά πιθανώς «ευδοκιμεί» χάρη σε αυτή.
Η δυνατότητα του μύκητα να απορροφά και ενδεχομένως να «μετατρέπει» ραδιενέργεια σε ενέργεια έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον επιστημόνων για τη χρήση του ως «βιολογική ασπίδα» ακτινοβολίας. Πιο συγκεκριμένα, έχει προταθεί ότι ένας σχετικά λεπτός «φλοιός» από αυτόν τον μύκητα, ένα στρώμα της τάξεως των ~21 cm θα μπορούσε να εξουδετερώσει το μεγαλύτερο μέρος της κοσμικής ακτινοβολίας, μια ενδιαφέρουσα ιδέα για μελλοντικές αποστολές σε πλανήτες όπως ο Άρης. Αν αυτό το στρώμα αναμειχθεί με εδαφικά υλικά, ίσως αρκεί ακόμη και μια ασπίδα πάχους μόλις ~9 cm. Επιστήμονες στη NASA διερευνούν πώς να δημιουργήσουν «τούβλα» από αυτόν τον μύκητα για να προστατεύσουν τις βάσεις στη Σελήνη ή τον Άρη από την κοσμική ακτινοβολία πολύ καλύτερα από τις βαριές ασπίδες μολύβδου.
Στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό (ISS), αυτός ο μύκητας αναπτύχθηκε 21 φορές πιο γρήγορα όταν εκτέθηκε σε διαστημική ακτινοβολία και εμπόδισε μια μεγάλη ποσότητα αυτής να διεισδύσει σε άλλες επιφάνειες, καθιστώντας τον σοβαρό υποψήφιο για την υπεράσπιση των αστροναυτών.
Αυτή η ικανότητα αποκλεισμού της ακτινοβολίας θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα για τους επιστήμονες, καθώς δοκιμές έχουν δείξει ότι ο C. sphaerospermum παγιδεύει και εξουδετερώνει ραδιενεργά σωματίδια, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο PLOS One.
Επιπλέον, η έρευνα ανοίγει νέους δρόμους για βιο-αποκατάσταση (bioremediation) μολυσμένων ραδιενεργών περιοχών στη Γη, καθώς θεωρητικά, μύκητες όπως ο C. sphaerospermum θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην «καθαριότητα» περιβαλλόντων που θεωρούνται επικίνδυνα.
Οι πρώτες αναφορές για «ραδιοτροπικούς» μύκητες στο Τσερνόμπιλ χρονολογούνται από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, από έρευνα της βιολόγου Nelli Zhdanova, που εντόπισε μαύρη μούχλα σε τοίχους, σωλήνες και μεταλλικές επιφάνειες μέσα στον αντιδραστήρα.
Ωστόσο, η «ραδιοσύνθεση» παραμένει ένα θεωρητικό μοντέλο, καθώς δεν υπάρχει ακόμη οριστική αποδεικτική διαδικασία ότι οι μύκητες αποθηκεύουν ενέργεια με τον τρόπο που κάνουν τα φυτά με τη φωτοσύνθεση. Το γεγονός ότι ορισμένα στελέχη αναπτύσσονται ταχύτερα υπό ακτινοβολία δεν σημαίνει απαραίτητα ότι «τρώνε» αποκλειστικά ραδιενέργεια, μπορεί απλώς να έχουν μεγαλύτερη αντοχή ή να ευνοούνται από μειωμένους ανταγωνισμούς στην ιδιαίτερα αφιλόξενη ζώνη του Τσερνόμπιλ.
Η ύπαρξη ενός «ραδιοτροπικού» μύκητα αλλάζει ριζικά την εικόνα μας για τα όρια της ζωής. Δείχνει ότι ζωντανοί οργανισμοί μπορούν να προσαρμοστούν σε ακραίες, ακόμη φαινομενικά θανατηφόρες συνθήκες και μάλιστα να τις εκμεταλλευτούν. Αυτό ανοίγει ελπιδοφόρες προοπτικές για αναθεώρηση επιστημονικών υποθέσεων για τη ζωή. Μαζί με άλλες σχετικές ανακαλύψεις, ενισχύεται η άποψη ότι η ζωή μπορεί να αναπτυχθεί σε πιο ακραία ακόμη και ραδιενεργά ή τελείως αφιλόξενα περιβάλλοντα, ενδεχομένως και έξω από τη Γη.




