Πάλι, κάτι έχω να πω στην Νέα Γενιά (Tου Θεόδωρου Βραγγάλα)

Επανέρχομαι και πάλι στη νέα γενιά και στα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα. Όχι μόνο, γιατί ήμουν δίπλα της για σαράντα περίπου χρόνια ως εκπαιδευτικός Μέσης Εκπαίδευσης και «σιγάκουγα» κάθε μέρα την αγωνία της, αλλά και το σπουδαιότερο, γιατί η νέα γενιά αποτελεί το μέλλον αυτής εδώ της χώρας. Και πρέπει, εμείς, οι προηγούμενες γενιές, να δώσουμε και την ελπίδα, αλλά και την προοπτική για ένα καλύτερο μέλλον της νέας γενιάς.

Σε προηγούμενο άρθρο μας, αναφερθήκαμε και περιγράφαμε μερικά από τα προβλήματά της, όπως είναι η εύρεση εργασίας συνδυασμένη με την εσωτερική μετανάστευση. Εκεί μιλήσαμε, αν θυμάστε, και για τη «στέρηση» πολιτικών δικαιωμάτων, όπως η ψήφος στις εκλογές. Και σαν για «θαύμα», να που «εισακουστήκαμε» και έρχεται μετά από λίγες μέρες η εξαγγελία του πρωθυπουργού της χώρας για την επιστολική ψήφο, που λύνει σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα αυτό.

Σήμερα , θα περιγράψουμε και πάλι ένα πρόβλημα που απασχολεί πολλές οικογένειες και τα παιδιά τους και αναφέρεται στην «εξωτερική μετανάστευση». Στο ότι δηλ. κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες νέοι μας φεύγουν στο εξωτερικό και για σπουδές, αλλά προπαντός για εύρεση εργασίας και για επαγγελματική αποκατάσταση γενικότερα.

Σε μια περίοδο γεμάτη σύννεφα και αβεβαιότητες οι μεταναστευτικές ροές προς το εξωτερικό καταγράφουν άνοδο και αποτελούν τη δαμόκλειο σπάθη, που γεννήθηκε και γιγαντώθηκε κατά την διάρκεια των διαδοχικών κρίσεων που έπληξαν την οικονομία και κανείς δεν γνωρίζει για πόσο ακόμα θα επικρεμάται πάνω από την Ελληνική κοινωνία.
Υπολογίζεται ότι πάνω από 500.000 Έλληνες στην πλειονότητά τους υψηλού μορφωτικού επιπέδου, μετανάστευσαν το διάστημα 2008-2017, αναζητώντας εργασία με καλύτερη αμοιβή και καλύτερες προοπτικές κοινωνικής και οικονομικής προόδου, ενώ και την επόμενη πενταετία συνεχίστηκε από το κύμα, αν και με χαμηλότερους ρυθμούς.

Αυτούς όλους, πρέπει σιγά – σιγά να τους φέρουμε πίσω. Να προσφέρουν στην πατρίδα τους τις όποιες δεξιότητες , ικανότητες και προσόντα έχουν. Αυτό όμως για να γίνει χρειάζονται γενναιόδωρες πολιτικές. Τόσο σε κεντρικό επίπεδο όσο και σε τοπικό.
Σήμερα, έχουμε σχετικά καλές επιδόσεις στην προσέλκυση επενδύσεων και στην προσέλκυση στελεχών, ξένων επενδύσεων με ιδιαίτερη έμφαση στην τεχνογνωσία, την έρευνα και την καινοτομία. Επομένως, για πολλούς Έλληνες που αναζήτησαν την επαγγελματική τους προοπτική στο εξωτερικό κατά την περίοδο της κρίσης, η Ελλάδα είμαι τώρα κάπως πιο ελκυστική επιλογή και εμφανίζει προοπτικές εφάμιλλες του επαγγελματικού περιβάλλοντός τους, που είχαν στο εξωτερικό.

Θέλω να επισημάνω όμως και πάλι ότι το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει περιορισμένη ζήτηση για το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, άρα οι εξειδικευμένοι επιστήμονες οδηγούνται σε πολύ υψηλά ποσοστά υποαπασχόλησης, ετεροαπασχόλησης και βρίσκουν δουλειές χωρίς προοπτικές εξέλιξης και με αμοιβές οι οποίες είναι σχετικά χαμηλές.

Αυτός είναι ο λόγος που φεύγουν οι νέοι επιστήμονες στο εξωτερικό και όχι αυτό που λένε κάποιοι ότι υπάρχουν πολλοί πτυχιούχοι στην Ελλάδα. Τώρα, σε ό,τι αφορά τα κίνητρα που έχει θεσπίσει η κυβέρνηση για την επιστροφή των Ελλήνων, ιδιαίτερα των επιστημόνων που έφυγαν στο εξωτερικό, πρέπει να πούμε ότι δεν επαρκούν τα κίνητρα από μόνο τους, καθώς έχουμε να πούμε, ότι τον επαναπατρισμό πέτυχαν κάποιες χώρες οι οποίες είχαν συνδυασμό σημαντικών ρυθμών ανάπτυξης και κινήτρων.
Αισιοδοξούμε ότι τα επόμενα χρόνια θα εξειδικευτούν πολιτικές που θα επιτρέψουν τη μαζική επιστροφή της νέας γενιάς των Ελλήνων στη πατρίδα τους. Αν υλοποιηθούν και οι προτάσεις του προηγούμενου άρθρου μας, θα δούμε και στην Καστοριά να επιστρέφουν οι νέοι επιστήμονες.