Την ώρα που η Ελλάδα – με το νέο νομοσχέδιο Πλεύρη για τη μετανάστευση– η Ιταλία, η Ουγγαρία και άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης «ποινικοποιούν» τη μετανάστευση με αμφίβολες και δεξιότερες των δεξιών πολιτικές, προάγοντας την «προστασία του πρόσφυγα, όχι όμως του οικονομικού μετανάστη», κλείνοντας σύνορα για λόγους «προστασίας της δημόσιας τάξης, της ασφάλειας και της κοινωνικής συνοχής» (κατά τον υπουργό Μετανάστευσης και Ασύλου), η καθαρή μετανάστευση είναι αυτή που «δίνει ανάσα» στην Ευρώπη.
Κοινωνικά, οικονομικά και κυρίως δημογραφικά, σύμφωνα με τα στοιχεία. Ο κόσμος όπως τον ξέραμε έχει αλλάξει προ πολλού και όπως σημειώνει η Eurostat, στο μέλλον η όποια αύξηση του γηρασμένου πληθυσμού της ΕΕ θα οφείλεται στην συμβολή της καθαρής μετανάστευσης.
«Ο αριθμός των θανάτων στην ΕΕ αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και, υποθέτοντας ότι τα ποσοστά γονιμότητας παραμένουν σε σχετικά χαμηλό επίπεδο, η αρνητική φυσική μεταβολή (περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις) θα μπορούσε κάλλιστα να συνεχιστεί. Εάν συμβεί αυτό, η συνολική μείωση ή αύξηση του πληθυσμού της ΕΕ στο μέλλον είναι πιθανό να εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη συμβολή της καθαρής μετανάστευσης», εξηγεί η Eurostat.
Για πρώτη φορά στην ιστορία, η ΕΕ κατέγραψε λιγότερες γεννήσεις από τις ΗΠΑ, σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία (2024) και παρόλο που μετρά περίπου 120 εκατομμύρια κατοίκους μεταξύ των 27 μελών της. Ωστόσο, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ έχουν παρουσιάσει μείωση των ποσοστών γεννήσεων. Οι ΗΠΑ έχουν σταθερό ποσοστό γεννήσεων κοντά στα 3,6 εκατομμύρια ετησίως, ενώ το ποσοστό στην ΕΕ είναι κάτω από το επίπεδο αντικατάστασης των 2,1 γεννήσεων ανά γυναίκα.
Σύμφωνα με την Eurostat, η ΕΕ κατέγραψε 3,56 εκατομμύρια γεννήσεις το 2024, λιγότερες από τα 3,62 εκατομμύρια που ανέφερε το Εθνικό Κέντρο Στατιστικών Υγείας (NCHS), υπηρεσία που ανήκει στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC). Στις ΗΠΑ, η αύξηση το 2023 ήταν 1%.
Στην ΕΕ, το αρνητικό φυσικό ισοζύγιο των 1,3 εκατομμυρίων αντιστράφηκε ωστόσο από τη μεταναστευτική ροή των 2,3 εκατομμυρίων, οδηγώντας σε μια μικρή αύξηση του πληθυσμού (λόγω μετανάστευσης). Στις ΗΠΑ, από την άλλη, αν και οι γεννήσεις αυξήθηκαν ελαφρώς το 2024, το συνολικό ποσοστό γονιμότητας έκλεισε σε χαμηλά επίπεδα. Η πολιτεία που συνέβαλε στις περισσότερες γεννήσεις ήταν η Καλιφόρνια, με 401.515, ακολούθησε το Τέξας (390.506), η Φλόριντα (224.267), η Νέα Υόρκη (204.864) και η Πενσυλβάνια (127.079). Μεταξύ των πολιτειών με τις χαμηλότερες συνεισφορές σε γεννήσεις ήταν το Βερμόντ (5.026), το Γουαϊόμινγκ (6.085), η Αλάσκα (8.928) και η Βόρεια Ντακότα (9.627).
Ωστόσο το δημογραφικό πρόβλημα είναι ιδιαίτερα σοβαρό καθώς το 2023 στην ΕΕ γεννήθηκαν σχεδόν 2 φορές λιγότερα παιδιά σε σχέση με 6 δεκαετίες πριν.
Το 2023, 3,67 εκατομμύρια παιδιά γεννήθηκαν στην ΕΕ, που αντιστοιχεί σε ακαθάριστο ποσοστό γεννήσεων (αριθμός ζώντων γεννήσεων ανά 1.000 άτομα) της τάξης του 8,2. Για λόγους σύγκρισης, σημειώεται πως το ακαθάριστο ποσοστό γεννήσεων στην ΕΕ ήταν 10,5 το 2000, 12,8 το 1985 και 16,4 το 1970. Κατά την περίοδο 1961-2022, το υψηλότερο ετήσιο σύνολο γεννήσεων στην ΕΕ καταγράφηκε το 1964, με 6,8 εκατομμύρια παιδιά. Η χειρότερη χρονιά ήταν το 2002 με 4,36 εκατομμύρια γεννήσεις. Ακολούθησε μια μέτρια ανάκαμψη, με υψηλό αριθμό 4,68 εκατομμυρίων παιδιών που γεννήθηκαν στην ΕΕ το 2008, η οποία με τη σειρά της ακολουθήθηκε από μια γενική πτωτική τάση, αν και με μέτριες αυξήσεις το 2014 και το 2016.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, οι γεννήσεις στην ΕΕ αρχικά μειώθηκαν σε 4,07 (το 2020), στη συνέχεια αυξήθηκαν ελαφρώς σε 4,09 εκατομμύρια το 2021 και μειώθηκαν ξανά το 2022 σε 3,88 εκατομμύρια παιδιά. Το 2023, ο συνολικός αριθμός γεννήσεων στην ΕΕ μειώθηκε ξανά, σε 3,67 εκατομμύρια παιδιά.
Η συμβολή της μετανάστευση
Την 1η Ιανουαρίου του 2025, ο πληθυσμός της ΕΕ εκτιμήθηκε σε 450,4 εκατομμύρια κατοίκους, 1.070.702 περισσότερους από το 2024. Αυξήθηκε σε 19 χώρες της ΕΕ, και μειώθηκε σε οκτώ.
Συγκεκριμένα, μετά την πανδημία του COVID-19, ο πληθυσμός της ΕΕ αυξήθηκε ξανά το 2024, από 449,3 εκατομμύρια την 1η Ιανουαρίου 2024 σε 450,4 εκατομμύρια την 1η Ιανουαρίου 2025. Η αρνητική φυσική μεταβολή (περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις) υπερτερεί αριθμητικά λόγω της θετικής καθαρής μετανάστευσης. Η αύξηση του πληθυσμού που παρατηρείται μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στις αυξημένες μεταναστευτικές ροές στη μετά Covid εποχή.
Εξετάζοντας τη μεγαλύτερη εικόνα, ο πληθυσμός της ΕΕ αυξήθηκε από 354,5 εκατομμύρια το 1960 σε 450,4 εκατομμύρια την 1η Ιανουαρίου 2025, μια αύξηση 95,9 εκατομμυρίων ανθρώπων. Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού έχει επιβραδυνθεί σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες: για παράδειγμα, ο πληθυσμός της ΕΕ αυξήθηκε, κατά μέσο όρο, κατά περίπου 0,9 εκατομμύρια ανθρώπους ετησίως την εικοσαετία 2005-2024, σε σύγκριση με μια μέση αύξηση περίπου 3 εκατομμυρίων ανθρώπων ετησίως κατά τη δεκαετία του 1960.
Η φυσική μεταβολή του πληθυσμού της ΕΕ ήταν θετική – αν και μειωμένη – μέχρι το 2011, και στη συνέχεια αρνητική από το 2012, με περισσότερους θανάτους από γεννήσεις να καταγράφονται στην ΕΕ. Η συνολική μεταβολή μετά το 2011 οφείλεται επομένως στην καθαρή μετανάστευση. Ενώ κατά τη διάρκεια της πανδημίας η θετική καθαρή μετανάστευση δεν αντιστάθμιζε πλέον την αρνητική φυσική μεταβολή στην ΕΕ, από το 2022 και στο εξής η τάση αντιστράφηκε και, κατά συνέπεια, ο συνολικός πληθυσμός της ΕΕ αυξήθηκε.
Άρα, η φυσική μεταβολή του πληθυσμού της ΕΕ (-1,3 εκατομμύρια άτομα) ήταν χαμηλότερη από την καθαρή μετανάστευση (+2,3 εκατομμύρια), με αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού κατά σχεδόν 1,1 εκατομμύριο. Η καθαρή μετανάστευση αυξήθηκε σε απόλυτη τιμή από +1,2 εκατομμύρια το 2021 σε +2,3 εκατομμύρια το 2024.
Η καθαρή μετανάστευση στην ΕΕ αυξήθηκε σημαντικά από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 και μετά και αποτελεί τον κύριο καθοριστικό παράγοντα της αύξησης του πληθυσμού από τη δεκαετία του 1990. Ωστόσο, ο αριθμός των θανάτων αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω λόγω της γήρανσης του πληθυσμού και, υποθέτοντας ότι τα ποσοστά γονιμότητας παραμένουν σε σχετικά χαμηλό επίπεδο, η αρνητική φυσική μεταβολή (περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις) θα μπορούσε επομένως να συνεχιστεί. Σε περίπτωση που συμβεί αυτό, η συνολική μείωση ή αύξηση του πληθυσμού της ΕΕ στο μέλλον είναι πιθανό να εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη συμβολή της καθαρής μετανάστευσης.
Μεταβολή του πληθυσμού με δύο τρόπους
Η μεταβολή του πληθυσμού μπορεί να συμβεί με δύο τρόπους: είτε μέσω φυσικής μεταβολής, είτε μέσω καθαρής μετανάστευσης. Εξετάζοντας τα εθνικά δεδομένα κατά τη διάρκεια του 2024, έξι χώρες της ΕΕ, οι Ιρλανδία, Γαλλία, Κύπρος, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Σουηδία παρουσίασαν θετική φυσική αύξηση του πληθυσμού.
Συνολικά 20 χώρες της ΕΕ είχαν αρνητικά ποσοστά φυσικής μεταβολής, με τους θανάτους να υπερβαίνουν τους αριθμούς των γεννήσεων. Τα μεγαλύτερα αρνητικά ποσοστά φυσικής μεταβολής παρατηρήθηκαν στη Λετονία (-7,4 ανά 1.000 άτομα), ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία (-7,3) και τη Λιθουανία (-6,4). Η μόνη χώρα της ΕΕ με μηδενικό ποσοστό φυσικής μεταβολής ήταν η Δανία. Όλες οι χώρες της ΕΕ εκτός από τη Λετονία είχαν θετικούς ρυθμούς καθαρής μετανάστευσης το 2024, με τους υψηλότερους ρυθμούς να παρατηρούνται στη Μάλτα (18,7 ανά 1.000 άτομα), την Πορτογαλία (13,4) και την Ιρλανδία (12,8).
Μεταξύ των 19 χωρών της ΕΕ όπου ο πληθυσμός αυξήθηκε το 2024, έξι χώρες (Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος, Λουξεμβούργο, Μάλτα και Σουηδία) κατέγραψαν εκτός από φυσική αύξηση και θετική καθαρή μετανάστευση που συνέβαλαν στην αύξηση του πληθυσμού τους. Σε 13 χώρες, Βέλγιο, Τσεχία, Δανία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Κροατία, Λιθουανία, Ολλανδία, Αυστρία, Πορτογαλία, Σλοβενία και Φινλανδία), η θετική καθαρή μετανάστευση ήταν η κινητήρια δύναμη της αύξησης του πληθυσμού, καθώς η φυσική μεταβολή του πληθυσμού ήταν αρνητική.
Από τις 8 χώρες της ΕΕ που ανέφεραν μείωση του πληθυσμού κατά τη διάρκεια του 2024, επτά χώρες, οι Βουλγαρία, Εσθονία, Ιταλία, Λετονία, Ουγγαρία, Πολωνία, Ρουμανία και Σλοβακία δεν μπόρεσαν να αντισταθμίσουν την αρνητική φυσική μεταβολή με την επίδραση της θετικής καθαρής μετανάστευσης. Η Λετονία ήταν η μόνη χώρα που παρατήρησε αρνητική φυσική μεταβολή και αρνητική καθαρή μετανάστευση.
Ο πληθυσμός γερνάει
Την ίδια ώρα από την 1η Ιανουαρίου του 2004 έως 1η Ιανουαρίου 2025, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω αυξήθηκε σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Σε επίπεδο ΕΕ, αυξήθηκε κατά 2,3%, δηλαδή από 3,8% σε 6,1%. Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν στην Ελλάδα (+3,2 ποσοστιαίες μονάδες, από 3,8% σε 7,0%), τη Λετονία (+3,2 ποσοστιαίες μονάδες, από 2,9% σε 6,1%) και την Πορτογαλία (επίσης +3,2 ποσοστιαίες μονάδες, από 3,8% σε 7,0%), και η χαμηλότερη στη Σουηδία (+0,5 ποσοστιαίες μονάδες, από 5,3% σε 5,8%).
Κατά την ίδια περίοδο, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω αυξήθηκε επίσης σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Σε επίπεδο ΕΕ, η αύξηση ήταν 5,2 ποσοστιαίες μονάδες, από 16,4% σε 21,6%.
Με πληροφορίες της Eurostat